• Α.1: Συμφωνίες μεταξύ των εταίρων και δημιουργία της δράσης.

    ΔΡΑΣΗ A.1: Συμφωνίες μεταξύ των εταίρων και δημιουργία της δράσης

    Μια εναρκτήρια συνάντηση διάρκειας τουλάχιστον 2 ημερών θα οργανωθεί στην Κεραμωτή (Ελλάδα) στην αρχή του έργου (μήνας 1), προκειμένου να προγραμματιστούν και να οργανωθούν οι δραστηριότητες του έργου σε τεχνικό και διοικητικό επίπεδο. Η συνάντηση αυτή θα οργανωθεί από τον Συντονιστή Δικαιούχο και θα συμμετάσχουν όλοι οι υπόλοιποι Δικαιούχοι. Οι επίσημες συμφωνίες θα καταρτιστούν από τον επικεφαλής αιτούντα (ΕΕΠΦ) και θα υπογραφούν εντός 3 μηνών από όλους τους δικαιούχους. Οι συμφωνίες αυτές είναι απαραίτητες για τον καθορισμό των ρόλων και των αρμοδιοτήτων σύμφωνα με τις αρμοδιότητες των Δικαιούχων καθώς και την υποβληθείσα πρόταση του έργου.

    Θα καταρτιστεί επίσης ένα λεπτομερές σχέδιο ενεργειών που θα χρησιμοποιηθεί ως οδός για όλη τη διάρκεια του έργου. Εάν χρειαστεί, θα γίνουν αναθεωρήσεις και επικαιροποιήσεις. Το χρονοδιάγραμμα, η εκτίμηση των δαπανών, η εκτίμηση των ταμειακών ροών, οι ανθρώπινοι πόροι και οι δεξιότητες που απαιτούνται και όλες οι άλλες πληροφορίες για την υλοποίηση του έργου θα καταρτιστούν έως τον 6ο μήνα.

    Υπεύθυνος για την υλοποίηση:

    ΕΕΠΦ

    Όσον αφορά τους ανθρώπινους πόρους που απαιτούνται για τη δραστηριότητα αυτή, σε αυτό το στάδιο προβλέπεται η συμμετοχή της ΕΕΠΦ:

    • ο Συντονιστής του έργου θα εργαστεί για 12 ημέρες (προσλήφθηκε στο πλαίσιο της Δράσης ΣΤ2),
    • ένας Διοικητικός Υπάλληλος για κάθε εταίρο θα εργαστεί για 10 ημέρες (εκτός από την ΚΤ),
    • ένας Εισηγητής σε τεχνικό και επιστημονικό επίπεδο του έργου για κάθε εταίρο θα εργαστεί για 10 ημέρες,
    • ο Διαχειριστής του έργου (προσλαμβάνεται στο πλαίσιο της δράσης ΣΤ2).
  • Α.2: Τοπογραφική αποτύπωση

    ΔΡΑΣΗ  A.2: Τοπογραφική αποτύπωση

    Η δράση είναι απαραίτητη για την ορθή εφαρμογή της δράσης C3 και για την υποστήριξη μεγάλου αριθμού άλλων δράσεων. Η λεπτομερής γνώση της τοπικής τοπογραφίας και του υδρογραφικού δικτύου είναι απαραίτητη για τον εντοπισμό κατάλληλης περιοχής για τη δεξαμενή νερού και το κανάλι διανομής που λειτουργεί με τη φυσική βαρύτητα ακολουθώντας την κλίση του εδάφους. Επομένως, η κατανόηση του σημείου όπου το επιφανειακό νερό συσσωρεύεται ή εκρέει με φυσικό τρόπο είναι ζωτικής σημασίας.

    Αποτυπώνεται τοπογραφικό ανάγλυφο, με ιδιαίτερη έμφαση στη διάσταση και την τοπική υδρογραφική αποτύπωση, στο δάσος Palo Laziale (40 εκτάρια) και στο SCI του Δέλτα του Νέστου (GR1150010), με έμφαση στην περιοχή που καταλαμβάνουν οι οικότοποι 3170* και 91E0, για την απόκτηση υψηλής ανάλυσης διανυσματικής ψηφιακής τοπογραφικής χαρτογράφησης. Η τοπογραφική αποτύπωση και ο προκύπτων χάρτης έχουν απόλυτη προτεραιότητα και εκτελούνται κατά το πρώτο έτος του έργου.

    Στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών που περιλαμβάνονται στη Δράση Α2, διεξάγεται περαιτέρω υδρολογική έρευνα για τη μέτρηση της εποχιακής παροχής νερού του ποταμού Νέστου και για τον προσδιορισμό της ροής του νερού προς τις προσωρινές λίμνες, εάν υπάρχουν, και προς το προσχωματικό δάσος (91E0*). Αυτή η περαιτέρω εκτίμηση στον Νέστο είναι απαραίτητη για τον κατάλληλο σχεδιασμό των επακόλουθων υδραυλικών έργων. Προσδιορίζεται επίσης η στάθμη του ποταμού που είναι απαραίτητη για την κατάκλιση των περιοχών 91E0*. Εφόσον απαιτείται για τη σύγκριση και τη δημιουργία χρονοσειρών, παρέχονται ιστορικά στοιχεία ροής των ποταμών από την αρμόδια Τοπική Αρχή Εγγείων Βελτιώσεων και τη Γεωλογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η μέτρηση της απορροής των ποταμών γίνεται με τη συμβατική μέθοδο χρήσης ρευματομέτρων ή με τεχνικές φυσικού ιχνηθέτη. Η πρώτη, η πιο χρησιμοποιούμενη προσέγγιση, βασίζεται στον προσδιορισμό της μέσης ταχύτητας ροής και του εμβαδού της διατομής - το γινόμενο αυτών των δύο μεταβλητών προσδιορίζει την παροχή του ρεύματος. Εάν αυτή η μέθοδος μέτρησης δεν είναι εφαρμόσιμη (για παράδειγμα, όταν το βάθος του νερού είναι μικρό και ο ρυθμός ροής υψηλός η ακανόνιστη διατομή και η έντονη τύρβη μειώνουν την ακρίβεια της μέτρησης του βάθους και της ταχύτητας) υιοθετείται μια εναλλακτική τεχνική. Ένα παράδειγμα συνίσταται στην εισαγωγή ενός ιχνηθέτη στο νερό και στον προσδιορισμό της αραίωσής του σε ένα κατάντη σημείο. Η μέτρηση με τη μέθοδο της αραίωσης μπορεί να είναι χρήσιμη εκεί όπου ο μετρητής ρεύματος δεν είναι χρηστικός, και το αντίστροφο, οπότε οι τεχνικές αυτές είναι συμπληρωματικές.

    Τα παραγόμενα δεδομένα, μαζί με τα αποτελέσματα της Δράσης Α4, συμβάλλουν στις Δράσεις C3 και C5.

    Υπεύθυνος για την υλοποίηση:

    Η Δράση θα συντονιστεί από το Τμήμα DICEA, Πανεπιστήμιο Sapienza της Ρώμης, με τη βοήθεια των ακόλουθων ανθρώπινων πόρων:

    • έναν Αναπληρωτή Καθηγητή για το σχεδιασμό και την επίβλεψη της έρευνας και του ψηφιακού της χάρτη,
    • έναν Τεχνικό τοπογραφίας, με ειδική σύμβαση για το έργο αυτό, ο οποίος θα ασχοληθεί με την εκτέλεση της τοπογραφικής έρευνας και την εφαρμογή του ψηφιακού της χάρτη,
    • έναν Υδρογεωλόγο που θα ασχοληθεί με την υδρολογική έρευνα στο Νέστο.

     

  • Α.3: Προκαταρκτική Εδαφολογική Ανάλυση

    ΔΡΑΣΗ A.3: Προκαταρκτική Εδαφολογική Ανάλυση

    Η Δράση συνίσταται σε μια σειρά εδαφολογικών ερευνών σε όλη την έκταση των 50 εκταρίων του δάσους Palo και στους οικοτόπους προτεραιότητας του Δέλτα του Νέστου. Πραγματοποιείται σε τουλάχιστον 30 δειγματοληπτικές επιφάνειες (15 στο Palo Laziale και 15 στο Δέλτα του Νέστου), ευρέως κατανεμημένες στις δύο περιοχές του έργου. Οι δειγματοληψίες εδάφους πραγματοποιούνται με το χέρι (χειροκίνητο τρυπάνι) σε βάθος 1 μέτρου. Τα δείγματα αναλύονται στο εργαστήριο με την κατάλληλη μεθοδολογία για την αξιολόγηση, κατά την έναρξη του Έργου, των επιπέδων αλατότητας και νατρίου και της συγκέντρωσης αργίλου στα εδάφη. Τα δεδομένα χωροθετούνται με τη χρήση GIS για τη δημιουργία ψηφιακών χαρτών με σχετικές μετρήσεις. Η τελική έκθεση περιλαμβάνει ένα πρωτόκολλο που αναφέρει τις αναλύσεις και τα αποτελέσματα αυτής της Δράσης.

    - Αλατότητα και νάτριο

    Προηγούμενες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στο Palo Laziale έχουν εντοπίσει υψηλές τιμές και για τις δύο παραμέτρους. Η αλατότητα του εδάφους συγκαταλέγεται μεταξύ των υποτιθέμενων αιτιών της μείωσης των δασών του Palo Laziale (οικότοπος 91M0) και μπορεί επίσης να επηρεάσει ενδεχομένως τον 91E0* στο Δέλτα του Νέστου. Η κατάσταση αυτή στο Palo Laziale ευνόησε τη δημιουργία στρεσογόνων συνθηκών για τα δενδρώδη φυτά, που συνήθως είναι ευαίσθητα στις υψηλές τιμές αλατότητας και νατρίου. Οι συνθήκες αυτές ενισχύουν την παθογένεια των ευκαιριακών μυκήτων όπως ο Biscougnaxia mediterranea. Οι υψηλές τιμές αλατότητας περιορίζουν ριζικά την απορρόφηση θρεπτικών στοιχείων και νερού, αποδυναμώνοντας τα φυτά και ευνοώντας την εισβολή του παθογόνου μύκητα. Οι μετρούμενες τιμές είναι χρήσιμες για την αξιολόγηση της έκτασης του φαινομένου κατά την έναρξη του έργου και της αποτελεσματικότητας των δράσεων αποκατάστασης, ιδίως της δράσης C3, δεδομένου ότι η αυξημένη παροχή νερού στο έδαφος αναμένεται να συμβάλει στην απομάκρυνση της περίσσειας των αλάτων.

    - Κατανομή αργίλου

    Η παρουσία ενός στρώματος αργίλου στο έδαφος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για το σχηματισμό και τη μονιμότητα των προσωρινών λιμνών (οικότοπος 3170*), δεδομένου ότι σε αυτό το φυσικό πλαίσιο, σχηματίζονται μετά τη συσσώρευση και τη στασιμότητα των νερών της βροχής σε αδιαπέραστες επιφάνειες. Η γνώση της παρουσίας και της κατανομής του αργιλικού στρώματος αποτελεί απαραίτητη βάση για την υλοποίηση των νέων προσωρινών λιμνών που προβλέπονται στη Δράση C2.

    Οι έρευνες και η επεξεργασία των εδαφικών δεδομένων πραγματοποιούνται κατά το πρώτο έτος του έργου με την ίδια μεθοδολογία και στις δύο περιοχές. Η Δράση είναι απαραίτητη για την αξιολόγηση των φυσικοχημικών χαρακτηριστικών των εδαφών εντός του δάσους του Palo Laziale και του SCI του Δέλτα του Νέστου.

    Υπεύθυνοι για την υλοποίηση:

    Τμήμα Περιβαλλοντικής Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Sapienza της Ρώμης (DEB)

    ΕΛΓΟ (ΔΗΜΗΤΡΑ)

    Το DEB απασχολεί:

    • έναν Τεχνικό Εδάφους για τη διαμόρφωση ειδικού πρωτοκόλλου ανάλυσης εδάφους και την παρακολούθηση των περιβαλλοντικών εργασιών, της ανάλυσης και της τελικής έκθεσης.
    • έναν εξειδικευμένο και πτυχιούχο Τεχνικό Εδάφους (εξωτερικό συνεργάτη) για τη διενέργεια δειγματοληψιών εδάφους, τη διενέργεια εργαστηριακών εξετάσεων και τη σύνταξη της τελικής έκθεσης.

     Το ΕΛΓΟ (ΔΗΜΗΤΡΑ) απασχολεί:

    • έναν Τεχνικό Εδάφους για τη διαμόρφωση ειδικού πρωτοκόλλου ανάλυσης εδάφους και την παρακολούθηση των περιβαλλοντικών εργασιών, της ανάλυσης και της τελικής έκθεσης.
    • έναν εξειδικευμένο και πτυχιούχο Τεχνικό Εδάφους (εξωτερικό) για τη διενέργεια δειγματοληψιών εδάφους, τη διενέργεια εργαστηριακών δοκιμών και τη σύνταξη της τελικής έκθεσης.

     

  • A.4: Κλιματική και Μετεωρολογική Ανάλυση

    ΔΡΑΣΗ Α.4: Κλιματική και Μετεωρολογική Ανάλυση

    Η Δράση αυτή είναι απαραίτητη για την ποσοτικοποίηση των αλλαγών στην κλιματική τάση του Palo Laziale και του Δέλτα του Νέστου που μπορεί να έχουν λάβει χώρα τις τελευταίες δεκαετίες σε τοπικό επίπεδο και των συνεπακόλουθων επιπτώσεων στους οικοτόπους του δάσους Palo Laziale και του Δέλτα του Νέστου SCI.

    Στο πρώτο βήμα της Δράσης, δημιουργείται μια βάση δεδομένων για το κλίμα με γεωγραφική βάση, χρησιμοποιώντας δεδομένα που παρέχονται από την Ολοκληρωμένη Αγρομετεωρολογική Υπηρεσία (SIARL) της ARSIAL για την Ιταλία και από την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία και το Εργαστήριο Μετεωρολογίας της Γεωλογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για την Ελλάδα. Τα δεδομένα, κατάλληλα επεξεργασμένα, παρέχουν μια ακριβή εικόνα της τοπικής τάσης της θερμοκρασίας και της βροχόπτωσης κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Έτσι, θα είναι δυνατή η εκτίμηση της έκτασης της κλιματικής αλλαγής σε τοπικό επίπεδο και η αξιολόγηση των επιπτώσεών της στους οικοτόπους (3170*, 5230*, 91M0 και 91E0*) όσον αφορά την αυξημένη ξηρασία λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας και της μείωσης των βροχοπτώσεων. Με βάση τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα των κλιματικών αναλύσεων, θα είναι δυνατή η αξιολόγηση της διαθεσιμότητας νερού σε αυτά τα οικοσυστήματα, διασταυρώνοντας επίσης τα δεδομένα με εκείνα της δασικής κάλυψης (δράση Α5). Τα δεδομένα που θα συλλεχθούν θα είναι επίσης χρήσιμα για την εφαρμογή του σχεδίου διαχείρισης των υδάτων που προβλέπεται στη Δράση C5 για τον καθορισμό των καλύτερων στρατηγικών για τον μετριασμό και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Θα συνταχθεί τελική έκθεση που θα περιγράφει την επίτευξη και την επεξεργασία των δεδομένων.

    Υπεύθυνοι για την υλοποίηση:

    Τμήμα Περιβαλλοντικής Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Sapienza της Ρώμης (DEB)

    ARSIAL

    ΕΛΓΟ (ΔΗΜΗΤΡΑ)

    Το DEB απασχολεί:

    • έναν Ερευνητή για την επικύρωση του πρωτοκόλλου, την απόκτηση και ανάλυση των κλιματικών δεδομένων και την επίβλεψη της τελικής έκθεσης.
    • έναν Εμπειρογνώμονα σε κλιματικές μελέτες, ειδικά επιλεγμένο απασχολούμενο, με εμπειρία στη δημιουργία κλιματικών βάσεων δεδομένων και περιβαλλοντικής μοντελοποίησης, ο οποίος θα συλλέξει δεδομένα και θα δημιουργήσει μια γεωαναφερμένη κλιματική βάση δεδομένων, και θα προετοιμάσει μια τελική έκθεση.

    Το ΕΛΓΟ (ΔΗΜΗΤΡΑ) απασχολεί:

    • έναν Ερευνητή για την επικύρωση του πρωτοκόλλου, την απόκτηση και ανάλυση των κλιματικών δεδομένων και την επίβλεψη της τελικής έκθεσης.
    • έναν Εμπειρογνώμονα σε κλιματικές μελέτες, ειδικά επιλεγμένο απασχολούμενο, με εμπειρία στη δημιουργία κλιματικών βάσεων δεδομένων και περιβαλλοντικής μοντελοποίησης, ο οποίος θα συλλέξει δεδομένα και θα δημιουργήσει μια γεωαναφερμένη κλιματική βάση δεδομένων, και θα προετοιμάσει μια τελική έκθεση.
  • A.5: Κλιματική και Μετεωρολογική Ανάλυση

    ΔΡΑΣΗ A.5: Κλιματική και Μετεωρολογική Ανάλυση

    Η δράση συνίσταται σε μια δασική έρευνα και την επεξεργασία δασικών δεικτών για την παροχή μιας ακριβούς και τρέχουσας περιγραφής της σύνθεσης, της δομής και της αναγέννησης του πλημμυρικού δάσους δρυός Palo Laziale (οικότοπος 91M0) και του αλλουβιακού δάσους (91E0*) στο Δέλτα του Νέστου. Οι προηγούμενες προσπάθειες παρακολούθησης που πραγματοποιήθηκαν στο Palo Laziale εντόπισαν ένα δάσος σε σημαντική παρακμή με μαζική υποβάθμιση των συναφών οικοτόπων. Από αυτό προέκυψε η ανάγκη για το σχεδιασμό αυτού του έργου αποκατάστασης των οικοτόπων. Η δράση είναι απαραίτητη για την επαλήθευση και την ποσοτικοποίηση της τρέχουσας κατάστασης της παρακμής, καθώς και για την ορθή βαθμονόμηση και εφαρμογή των μέτρων οικολογικής αποκατάστασης (Δράση C.5).

    Η έρευνα διεξάγεται σε τουλάχιστον 15 μόνιμες περιοχές μελέτης σε κάθε ΚΑΠ (τουλάχιστον 15 στο Palo Laziale και 15 στο Δέλτα του Νέστου). Η θέση αυτών των επιφανειών καταγράφεται με τη χρήση δέκτη GPS, ώστε να είναι δυνατή η επανάληψη της έρευνας στις ίδιες περιοχές δοκιμής στο πλαίσιο της δράσης παρακολούθησης D4.

    Σε αυτές τις τοποθεσίες που έχουν εντοπιστεί με GPS, σύμφωνα με ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο:

    • προσδιορίζονται όλα τα είδη δέντρων και θάμνων που υπάρχουν (στο Νέστο καταγράφονται επίσης τα ξενικά χωροκατακτητικά είδη),
    • λαμβάνονται μετρήσεις της διαμέτρου των φυτών με διάμετρο μεγαλύτερη από 5 cm μέσω δενδρομετρικού παχύμετρου,
    • η απόσταση δέντρων μετριέται σε κάθε περιοχή δοκιμής με τη χρήση λέιζερ απόστασης,
    • μετριέται το ύψος των δενδρυλλίων στην καθιερωμένη ανανέωση του δάσους (δηλαδή όλα τα δενδρύλλια με διάμετρο μικρότερη από 2,5 cm και ύψος άνω των 20 cm), προσδιορίζοντας επίσης το είδος.

    Στη συνέχεια, πραγματοποιείται η επεξεργασία των δεδομένων από τον Δασολόγο για τον καθορισμό:

    • φυτική σύνθεση (ποσοστό των διαφόρων ειδών δέντρων και θάμνων ανά εκτάριο),
    • πυκνότητα φυτών (ανά εκτάριο),
    • φυτοκάλυψη (έκταση λεκάνης ανά εκτάριο),
    • μέσος όρος φυτών.

    Οι καμπύλες κατανομής της διαμέτρου επαληθεύονται επίσης με την εφαρμογή της συνάρτησης Weibull.

    Όσον αφορά στην αναγέννηση, υπολογίζονται:

    • ο δείκτης αναγέννησης (σε εκατοστά ανανέωσης ανά τετραγωνικό μέτρο) για τον προσδιορισμό του ρυθμού ανανέωσης,
    • το μέσο ύψος της αναγέννησης.

    Η περιοχή που καλύπτεται από τη δράση αυτή περιλαμβάνει περίπου 50 εκτάρια του δάσους Palo Laziale. Στο Δέλτα του Νέστου, η περιοχή δειγματοληψίας έχει παρόμοια έκταση και περιλαμβάνει τους οικοτόπους προτεραιότητας 3170* και 91E0*. Η δράση πραγματοποιείται κατά την πρώτη άνοιξη/καλοκαίρι (βλαστική περίοδος). Συντάσσεται τελική έκθεση που περιλαμβάνει την έρευνα πεδίου, την επεξεργασία των δεδομένων και τα τελικά αποτελέσματα. Τα ευρήματα αυτά θα χρησιμοποιηθούν επίσης για την προετοιμασία του Στρατηγικού Σχεδίου Αειφόρου Διαχείρισης των Δασών (ΣΣΔΔ) που προβλέπεται στη Δράση C4.

    Υπεύθυνοι για την υλοποίηση:

    Η ARSIAL θα είναι υπεύθυνη για την υλοποίηση της δράσης στο Palo Laziale.

    Η ΕΛΓΟ (ΔΗΜΗΤΡΑ) θα είναι υπεύθυνο για την υλοποίηση της δράσης στο Δέλτα του Νέστου.

    Η ARSIAL απασχολεί:

    • έναν Τεχνικό εμπειρογνώμονα για την επικύρωση του πρωτοκόλλου συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων και της τελικής έκθεσης,
    • έναν Δασολόγο με τεκμηριωμένη εμπειρία στον τομέα της παρακολούθησης των δασικών οικοσυστημάτων και των τεχνικών GIS, για την υλοποίηση των δραστηριοτήτων πεδίου, τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων, καθώς και την υλοποίηση των σχετικών χαρτογραφιών και των τελικών εκθέσεων.

    Η ΕΛΓΟ (ΔΗΜΗΤΡΑ) απασχολεί:

    • έναν Ερευνητή για την επικύρωση του πρωτοκόλλου συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων και της τελικής έκθεσης,
    • έναν  Δασολόγο  με τεκμηριωμένη εμπειρία στον τομέα της παρακολούθησης των δασικών οικοσυστημάτων και των τεχνικών GIS, για την υλοποίηση των δραστηριοτήτων πεδίου, τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων, καθώς και την υλοποίηση των σχετικών χαρτογραφιών και των τελικών εκθέσεων.
  • A.6: Προσδιορισμός της δομής της βλάστησης, της σύνθεσης και της φαινολογίας της χλωρίδας και της πανίδας στις προσωρινές λίμνες της Μεσογείου (3170*)

    ΔΡΑΣΗ A.6: Προσδιορισμός της δομής της βλάστησης, της σύνθεσης και της φαινολογίας της χλωρίδας και της πανίδας στις προσωρινές λίμνες της Μεσογείου (3170*)

    Η δράση αυτή αφορά τη βιοτική συνιστώσα των μεσογειακών προσωρινών λιμναίων οικοσυστημάτων (3170*) των δύο στοχευμένων περιοχών (GR1150010 και IT603002). Περιλαμβάνει μια βασική μελέτη που θα καθορίσει την κατάσταση αναφοράς των βιοτικών κοινοτήτων (χλωρίδα και πανίδα, συμπεριλαμβανομένων των ασπόνδυλων) και μια μελέτη παρακολούθησης κατά τη διάρκεια του δεύτερου έτους του έργου, η οποία, σε συνδυασμό με τα δεδομένα της υδρογεωλογικής μελέτης (δράση Α2), θα εκτιμήσει το εύρος και τη συχνότητα των φυσικών διακυμάνσεων του βιοτικού συστήματος.

    Φυτά: Η δομή της βλάστησης και η σύνθεση της χλωρίδας θα μελετηθούν με 1-3 διατομές που θα τοποθετηθούν έτσι ώστε να καλύπτουν τη χωρική διαδοχή των κοινοτήτων κάθε λίμνης, ανάλογα με την έκταση, τη βαθυμετρία και τη διάρκεια της πλημμύρας. Η κάλυψη-αφθονία όλων των ειδών χλωρίδας θα καταγραφεί σε τετράγωνα που θα τοποθετηθούν κατά μήκος των διατομών. Στις προσωρινές λίμνες υπάρχει επίσης εποχιακή διαδοχή των φυτοκοινοτήτων που ακολουθεί τις μεταβολές της στάθμης του νερού από την υγρή στην ξηρή φάση, οπότε η δειγματοληψία για τον προσδιορισμό των ειδών θα πραγματοποιείται 2-4 φορές ετησίως, ανάλογα με τα υδρολογικά χαρακτηριστικά κάθε λίμνης. Επιπλέον, η φαινολογία (βλάστηση, ανάπτυξη, ανθοφορία, καρποφορία, διασπορά) των χαρακτηριστικών φυτών (π.χ, Cyperus flavensvens, Cyperus fuscus, Fimbristylis bisumbellata, Lythrum salicaria, Mentha arvensis, Plantago intermedia, Portulaca oleracea, Juncus articulatus) θα καταγράφονται επίσης μέσω μηνιαίων ή διμηνιαίων επισκέψεων παρατήρησης, οι οποίες θα πραγματοποιούνται κυρίως από το προσωπικό της Μονάδας Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, το οποίο θα καθοδηγείται και θα εκπαιδεύεται ανάλογα, και θα συντάσσονται φαινολογικά διαγράμματα. Η εκπαίδευση αυτή θα προσφέρει επίσης σημαντικές γνώσεις και εμπειρία στο προσωπικό του EMTNP για την παρακολούθηση after-LIFE και τη συνέχιση των δραστηριοτήτων. Τα δεδομένα της υδρογεωλογικής μελέτης (Δράση Α2), θα χρησιμοποιηθούν προκειμένου να περιγραφεί η ζωνοποίηση και η διαδοχή της βλάστησης σε όλες τις λίμνες (τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ιταλία), να προσδιοριστούν τα χαρακτηριστικά και βασικά είδη των διαφόρων φυτοκοινοτήτων και να προσδιοριστεί η επαναφορά τους.

    Ερπετά και αμφίβια: Τα ερπετά και τα αμφίβια που έχουν βρεθεί γύρω από τις προσωρινές λίμνες των δύο περιοχών περιλαμβάνουν τα είδη του Παραρτήματος ΙΙ 92/43/ΕΟΚ Bombina variegata (Ελλάδα), Testuto greace (Ελλάδα), Eurotestudo hermanni (Ελλάδα και Ιταλία) και Emys orbicularis (Ελλάδα και Ιταλία). Τα τρία πρώτα από αυτά τα είδη προστατεύονται επίσης από τη Σύμβαση της Βέρνης. Από αυτά το Emys orbicularis συνδέεται άμεσα με την υγρή φάση των λιμνών. Η απογραφή θα περιλαμβάνει δειγματοληψία προνυμφών με δίχτυ λίμνης κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου σε όλους τους πιθανούς μικροενδιαιτήματα, έρευνα αυγών, παγίδευση ενηλίκων, ανίχνευση των θέσεων αναπαραγωγής μέσω της αναγνώρισης των φωνασκιών ζευγαρώματος. Οι έρευνες θα πραγματοποιούνται κάθε μήνα από τον Μάρτιο έως τον Οκτώβριο (συνολικά τουλάχιστον 8 έρευνες ανά έτος).

    Ασπόνδυλα: Η πανίδα των ασπόνδυλων στις προσωρινές λίμνες των δύο περιοχών είναι άγνωστη. Αναμένεται ότι στις προσωρινές λίμνες ενδέχεται να υπάρχουν ασπόνδυλα του γλυκού νερού που ανήκουν κυρίως σε πλατύσκοιλους (Phylum Platyhelminthes), στρογγυλούς σκουλήκους (Phylum Nematoda), ρόδινα (Phylum Rotifera), βδέλλες και ολιγόχαιτοι του γλυκού νερού (Phylum Annelida), σαλιγκάρια και μύδια (Phylum Mollusca), καρκινοειδή (Subphylum Crustacea) και έντομα (Subphylum Hexapoda). Οι έρευνες πληθυσμών θα διεξαχθούν σε τετράγωνα δειγματοληψίας με τη χρήση λιμναίων διχτυών και συλλογής με το χέρι. Τα ιπτάμενα ενήλικα έντομα του γλυκού νερού θα εξεταστούν με τη χρήση διατομών. Όλες οι έρευνες θα διεξάγονται από τον Μάρτιο έως τον Οκτώβριο (συνολικά τουλάχιστον 8 έρευνες ανά έτος).

    Η έρευνα των ασπόνδυλων είναι απαραίτητη επειδή αποτελούν σημαντικό μέρος των υδάτινων βιοκοινωνιών (π.χ. τα έντομα αποτελούν το 60-70% του συνολικού αριθμού των ειδών που υπάρχουν σε έναν πλήρη υδρολογικό κύκλο).

    Θα καταγράφονται επίσης τα μεγαλύτερα ζώα (θηλαστικά και πτηνά) που παρατηρούνται ή ακούγονται στην περιοχή των λιμνών κατά τη διάρκεια των ερευνών και των επισκέψεων παρατήρησης.

    Τα αποτελέσματα για όλα τα φυτά, τα ζώα και τα ασπόνδυλα θα αναλυθούν και θα εντοπιστούν πιθανές αλληλεπιδράσεις. Δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου δεδομένα σχετικά με τη σύνθεση, τη δομή και τη λειτουργία των βιοτικών κοινοτήτων των λιμνών στις περιοχές μελέτης. Η γνώση αυτή είναι απαραίτητη για την ορθή διαχείριση και θα εντοπίσει πιθανά προβλήματα (π.χ. που προκαλούνται από τη θήρευση και τον ανταγωνισμό). Δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί που, πως και με ποια είδη χλωρίδας θα εφαρμοστεί η αποκατάσταση των κοινοτήτων (Δράση C2), εάν δεν είναι γνωστή η τρέχουσα κατάστασή τους και η σχέση τους με τους αβιοτικούς παράγοντες (που καθορίζονται από τις Δράσεις Α2, Α3). Επίσης, δεν είναι δυνατή η παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των Δράσεων διατήρησης (μέσω της Δράσης D3) εάν η αρχική κατάσταση των βιοτικών κοινοτήτων είναι άγνωστη. Αυτό ισχύει για κάθε τύπο βιοτικής κοινότητας, αλλά ακόμη περισσότερο για τις προσωρινές λίμνες που παρουσιάζουν μεγάλες χωρικές και χρονικές διακυμάνσεις. Επιπλέον, η Δράση Α2 θα συμβάλει στην επιλογή των ελάχιστων απαιτούμενων παραμέτρων για την παρακολούθηση μετά τη λήξη της ζωής.

    Η έρευνα των βιοτικών κοινοτήτων των λιμνών θα πρέπει να διεξαχθεί σε διάστημα τουλάχιστον 2 ετών λόγω των μεγάλων διαχρονικών διακυμάνσεων της υδρολογίας (βλέπε Δράση Α2). Η βλάστηση είναι οργανωμένη σε ζώνες κατά μήκος των υδρολογικών βαθμίδων. Έτσι, η διαχρονική διακύμανση της υδρολογίας προκαλεί διακύμανση στη χωρική διαδοχή των φυτοκοινοτήτων. Επιπλέον, έντονες διαχρονικές διακυμάνσεις μπορεί να εμφανιστούν και στην αναπαραγωγή των αμφίβιων. Δεδομένα σχετικά με τη διαχρονική, εποχιακή και χωρική διαδοχή και φαινολογία του βιοτόπου είναι απαραίτητα για την υλοποίηση της Δράσης Α.3 και την κατάρτιση προδιαγραφών για τη δράση ex-situ διατήρησης των βασικών πετρών (Δράση C6).

    Η έρευνα για τα προστατευόμενα ερπετά και αμφίβια είναι απαραίτητη διότι: α) αποτελούν εξαιρετικούς βιοδείκτες της κατάστασης διατήρησης των λιμνών, καθώς είναι πολύ ευαίσθητα στις φυσικές αλλαγές και την όχληση και β) οι προσωρινές λίμνες στην ΕΠΠ IT603002 είναι απαραίτητες για την επιβίωση των Emys orbicularis και Eurotestudo hermanni. Η έρευνα των ασπόνδυλων είναι απαραίτητη επειδή αποτελούν σημαντικό μέρος των υδάτινων βιοκοινωνιών (π.χ. τα έντομα αποτελούν το 60-70% του συνολικού αριθμού των ειδών που υπάρχουν σε έναν πλήρη υδρολογικό κύκλο).

    Υπεύθυνοι για την υλοποίηση:

    ΕΕΠΦ
    DEB

     

 

 

Χρησιμοποιούμε την τεχνολογία των "Cookies" για να διευκολύνουμε την χρήση της παρούσας ιστοσελίδας. Κάντε κλικ εδώ για περισσότερες πληροφορίες. Αποδοχή